- ισόπτερα
- Τάξη εντόμων που αποτελείται αποκλειστικά από τη μεγάλη και σημαντική ομάδα των τερμιτών. Τα διάφορα γένη της τάξης αυτής χαρακτηρίζονται από την πολυσύνθετη κοινωνική τους οργάνωση και από τον έντονο πολυμορφισμό τους. Βλ. λ. τερμίτες.
* * *τατάξη εντόμων που περιλαμβάνει ξυλοφάγα έντομα γνωστά ως τερμίτες.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. isoptera < iso- (πρβλ. ισ[ο]-) + -ptera (πρβλ. πτερόν)].
Dictionary of Greek. 2013.